16 Αυγούστου 2011

Αγώνας 100Κ στον Όλυμπο, η επόμενη μεγάλη πρόκληση προ των πυλών…

Υπάρχουν φορές που στέκομαι αμήχανος μπροστά στη σκέψη ότι τα γεγονότα με έχουν ξεπεράσει. Δεν είναι παράξενο όμως, αφού στο ελληνικό ορεινό τρέξιμο οι εξελίξεις κάποτε είναι καταιγιστικές και με βάζουν να τρέχω πίσω τους να προλάβω να τις ακολουθήσω. Όταν πριν από λίγους μήνες άρχισα να σκέφτομαι στα σοβαρά την πρόταση φίλων για έναν αγώνα ultra στον Όλυμπο, ένιωσα ότι τα γεγονότα με είχαν ήδη ξεπεράσει για μια ακόμα φορά. Σίγουρα είναι ακατόρθωτο να καταφέρνεις να προβλέπεις τις εξελίξεις, ωστόσο νιώθεις ότι μόλις σε προσπέρασε ένα τρένο, όταν ακούς από κάπου αλλού εκείνο που πίστευες ότι δεν υπήρχε περίπτωση να μην το σκεφτείς! Σήμερα, περίπου τέσσερις μήνες μετά την αρχή αυτής της ιστορίας, που ίσως τραβήξει σε μάκρος –όπως μακρύς είναι ο στόχος της- έκλεισε το πρώτο κεφάλαιο, με την ευτυχέστερη δυνατή παράγραφο, καταγράφοντας τον μαγικό αριθμό 100, έναν αριθμό που εκτός του ότι δικαιώνει τις προσδοκίες μας, συμβολίζει και μια ιδιαίτερη αξία στο trail running. Ένα ακόμα μεγάλο σχέδιο κι ένα ακόμα πρόβλημα, ζητούν απάντηση στο βουνό των θεών».



Πάνε περισσότερα από 2-3 χρόνια που ο καλός μου φίλος, ο Βαγγέλης Γραμματόσης, με «έψηνε» για ένα ultra trail στο βουνό μας, τον Όλυμπο. Για λόγους που κάποιος θα θεωρήσει από ευνόητους έως και αυτονόητους –Olympus Marathon το όνομά τους- δεν έδωσα καν σημασία στη σχεδόν παρακλητική πρόταση του φίλου, ο οποίος έμελλε να δικαιωθεί αργότερα, τουλάχιστον σε θεωρητικό επίπεδο. Επίσης, δεν θα ξεχάσω την κουβέντα με τον Dachhiri Dawa Sherpa, την επομένη του Olympus Marathon το 2008, όταν ο γλυκός και καλοσυνάτος Νεπαλέζος μου πρότεινε: «κάντε τον αγώνα σας 100 χιλιόμετρα, είναι τόσο μεγάλο και όμορφο το βουνό σας». Η παραίνεση του Sherpa δεν έπιασε τόπο, ίσως γιατί το brand του ΟΜ ήταν τόσο σφικτά δεμένο με τη γνωστή διαδρομή των 44Κ, που δεν υπήρχε ούτε τόσος δα χώρος στη σκέψη μου για μια τέτοια υποψία. Πρόσφατα δε, σε κουβέντα με τον Νίκο Καλοφύρη, εισέπραξα άλλη μία επισήμανση από τη μεριά του, όταν μου θύμισε ότι το ίδιο είχε προτείνει κι εκείνος πριν λίγα χρόνια, σε ανύποπτη στιγμή. 

Ο καιρός κύλησε κι ήταν πάλι ο Βαγγέλης που μου είπε και μου ξαναείπε για έναν ultra αγώνα στον Όλυμπο, φέτος την άνοιξη. Από περιέργεια περισσότερο τον ρώτησα τι είχε στο μυαλό του κι όταν η κουβέντα άνοιξε, η μια πρόταση έφερε την άλλη, εξάλλου οι κουβέντες δεν στοιχίζουν, μόνο οι πράξεις. Ψαλίδισα τον ενθουσιασμό του για έναν αγώνα 100 μιλίων σε επίπεδο 100 χιλιομέτρων, θέλοντας να …προσγειώσω το ιπτάμενο σχέδιο, που έφτανε στα όρια της φαντασίας σχεδόν, μη έχοντας ωστόσο μια πρόταση συγκεκριμένη. Απλά την αντίρρησή μου κατέθεσα, αφού θεώρησα ανεδαφική την ιδέα μιας τεράστιας διαδρομής σε ένα πεδίο εκτεθειμένο σε φυσικούς κινδύνους και χωρίς λογική συνέχεια στη διαδρομή του, ελλείψει δικτύου μονοπατιών σε ένα βουνό με υπερβολικά απόκρημνο ανάγλυφο. Σκεφτόμουν κινδύνους και έλλειψη λογικής στις προτάσεις του καλού μου φίλου. Χρειάστηκε η επιστράτευση γνώσεων που κατέθεσε τόσο ο ίδιος, όσο και άλλοι φίλοι, για να μπορέσουμε να συνδέσουμε «επί χάρτου» κάποια μονοπάτια, ώστε να δημιουργηθεί μια καταρχήν ιδέα πάνω σ αυτόν, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο, για ένα βουνό όπως ο Όλυμπος. 

Ας ξαναγυρίσουμε όμως πίσω, στο «γιατί» αυτής της ιστορίας. Γιατί να πρέπει να γίνει ένας αγώνας 100 χιλιομέτρων στον Όλυμπο. Γιατί –με ρώτησαν αρκετοί- ένας ακόμα μεγάλος αγώνας ορεινού τρεξίματος στην Ελλάδα? Είναι τόσο δύσκολο αλλά κι εύκολο μαζί, να απαντηθεί αυτό το ερώτημα: απλά «γιατί είναι εκεί»! Το βουνό είναι εκεί κι αυτό το βουνό λέγεται Όλυμπος! Πρέπει στον Όλυμπο το μεγαλείο, κι ένας αγώνας-εμπειρία, που θα στιγματίσει αυτούς που θα απαντήσουν στην πρόκλησή του, είναι αυτό ακριβώς που συνδέεται εννοιολογικά με τη σημασία της λέξης «μεγαλείο». Δεν ήμουν εγώ εκείνος που το σκέφτηκε –προηγήθηκαν άλλοι και χρειάστηκε χρόνος για να αφυπνιστώ. Όταν όμως συνειδητοποίησα τι σημαίνει ένα τέτοιο γεγονός στο «βουνό των θεών», βάλθηκα με πάθος να βρω μια απάντηση στο αίτημα. 

Κοίταξα πίσω μου και είδα το "λιμάνι" του Olympus Marathon. Κοίταξα μπροστά μου και είδα αυτό που έβλεπα πάντα: το ανοιχτό πέλαγος, το άγνωστο. Σκέφτηκα πολύ και κουβέντιασα ακόμα περισσότερο. Αν αυτό ήταν όντως ένα αίτημα, θα έπρεπε να έχει και εκφραστές. Το αποτέλεσμα της έρευνας ήταν πέρα από κάθε πρόβλεψη! Οι περισσότεροι το θεωρούσαν ως αυτονόητο πλέον και πολλοί απ αυτούς δήλωναν με ενθουσιασμό τη δυνητική συμμετοχή τους σ έναν αγώνα 100Κ στον Όλυμπο. Οι εποχές αλλάζουν και μαζί τους αλλάζουν και τα αιτήματα. Στις μέρες μας νομίζω ότι κυριαρχεί το αίτημα για περισσότερη εσωτερική αναζήτηση, για περισσότερη περιπέτεια. Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει την αξία των μικρών και μεσαίων –με βάση τη διάρκειά τους- αγώνων, όμως είναι κοινό μυστικό πια, ότι όλοι (οι αθλητές) τείνουν στο τέλος να δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους σ έναν μεγάλο, αυτό που αποκαλούμε ultra. Έναν αγώνα που θα διαρκεί πάνω από μισή ή και μία ημέρα, έναν αγώνα που θα οδηγεί μέσα στη νύχτα ή θα βγάζει έξω απ αυτήν. Μια δοκιμασία που δεν θα έχει τόση σημασία ως επίδοση αλλά πιο πολύ σαν νίκη ή ήττα! Το γιατί οι αθλητές αποζητούν αυτό, δεν είναι του παρόντος να το απαντήσω εδώ, είναι ωστόσο πέρα για πέρα αληθινό και δεν επιδέχεται αμφισβήτηση! 

Θεωρώντας τον εαυτό μου έναν από τους εκφραστές της περιπέτειας στους αγώνες ανθρώπινης ορεινής πεζοπορικής αντοχής (footraces, όπως με ακρίβεια και μονολεκτικά εκφράζει την έννοια ο αγγλικός όρος), δεν υπήρχε περίπτωση να μην συμπαραταχθώ και όπου μπορώ να τεθώ μπροστά σε τέτοιες πρωτοβουλίες, σε προσπάθειες δημιουργίας αγώνων ultra-trail στην Ελλάδα. Οι αθλητικές καταβολές μου και η «αθλητική» μου λογική βρίσκονται περισσότερο κοντά στις μεγάλες πολυήμερες ορειβατικές διασχίσεις, παρά στους τυπικούς αγώνες μεσαίας αντοχής δρόμου (μαραθώνιοι κλπ). Αυτό αναπόφευκτα με οδηγεί στο να τείνω σε οτιδήποτε παραπέμπει σε απομόνωση, αυτονομία, αβεβαιότητα, άγνωστο. Ας μου επιτραπεί ένας αδόκιμος ίσως δάνειος όρος, αλλά θεωρώ τον εαυτό μου οπαδό του «αθλητικού αγνωστικισμού», μιας ιδεολογίας που πρεσβεύει την πίστη σ αυτό που αδυνατούμε να συναντήσουμε γιατί αγνοούμε τη σύστασή του αλλά στο οποίο τείνουμε να οδηγούμαστε λόγω συστήματος αξιών.

Όταν πριν από λίγα χρόνια –δεν ξεπερνούν σε καμιά περίπτωση τη δεκαετία- κάποιος αποφάσιζε να στήσει έναν αγώνα στο βουνό, αντιμετώπιζε με δέος το ενδεχόμενο μια διαδρομή να έχει μήκος πάνω από 30-40 χιλιόμετρα, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση θα απέμενε σχεδόν μόνος με ελάχιστους «περίεργους» να περιβάλλουν με ζέση το σχέδιό του. Σ αυτά τα λίγα χρόνια που μεσολάβησαν, έτρεξε πολύ νερό στο αυλάκι της βρεφονηπιακής ελληνικής κοινότητας, η οποία γρήγορα άδραξε τις ευκαιρίες που της παρουσιάστηκαν και σε ελάχιστο χρόνο πέρασε την εφηβεία με συνοπτικές διαδικασίες και έφτασε στην ενηλικίωση, μέσα από εμπειρίες που λίγοι έζησαν αλλά πάρα πολλοί έκαναν κτήμα τους. Σε ελάχιστο χρόνο μετά την Αναγέννηση του ελληνικού ορεινού τρεξίματος, που τοποθετείται λίγο πριν τα μέσα του 2000, φτάσαμε σε αγώνα 100 χιλιομέτρων, σε αγώνα 100 μιλίων και με ένα πλήθος μεγαλύτερο από 3000 στο σύνολο και 300 απ αυτούς να έχει δοκιμάσει τουλάχιστον μία φορά αγώνα με τριψήφιο αριθμό χιλιομέτρων σε ορεινό περιβάλλον, όταν πριν από 10 χρόνια δεν υπερέβαιναν τους 100 όσοι απλά δοκίμαζαν στον έναν και μοναδικό αγώνα των 30+ χιλιομέτρων!

Πώς ο Όλυμπος, το #1 ελληνικό βουνό σε φήμη στα πέρατα της οικουμένης, ένα πραγματικό δώρο για την πατρίδα μας, είναι δυνατόν να μη φιλοξενεί έναν αγώνα υπεραπόστασης, τη στιγμή που δεκάδες άλλα άσημα βουνά το έχουν ήδη κατακτήσει χρόνια τώρα? Ένας ultra-trail αγώνας στον Όλυμπο είναι γραφτό να γίνει κάποτε, ας πάρουμε εμείς σήμερα αυτή την πρωτοβουλία κι ας μην αφήσουμε το χρόνο να πάει χαμένος. Το τίμημα ποιο θα είναι δεν είμαι σε θέση να το ξέρω ακόμα, αλλά σίγουρα θα χρειαστεί να δουλέψουμε πολύ για να το πετύχουμε. Τι όμως πετυχαίνεται χωρίς δουλειά?

Στην κορυφή του Σκολιού
Το κυριότερο πρόβλημα στη φάση της χάραξης της διαδρομής πάνω στο χάρτη, ήταν εκείνο που είναι γνωστό στους περισσότερους που έχουν ζήσει τον Όλυμπο: απόκρημνο ανάγλυφο, με ελάχιστα μονοπάτια να τέμνουν την καρδιά του βουνού προς κάθε κατεύθυνση, όπως και απουσία δικτύου περιφερειακών μονοπατιών σε μέσο-χαμηλό υψόμετρο. Κι επιπλέον, μονοπάτια που τα περισσότερα απ αυτά εγκαταλείφθηκαν με τον μαρασμό της κτηνοτροφίας και την αλόγιστη και άσκοπη ανάπτυξη του οδικού δικτύου, το οποίο ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για τα κάθε λογής οικολογικά εγκλήματα που συντελούνται πάνω στο ιερό σώμα του «βουνού των θεών». Η διαδρομή στην οποία καταλήξαμε δεν μπορούσε να αποκλείει το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής του Olympus Marathon, διαδρομής που αναδεικνύει το κάλλος του βουνού στον επισκέπτη του. Εξάλλου, σε αυτόν τον αγώνα δεν πρόκειται να συμμετέχουν μόνο όσοι έχουν ήδη τρέξει τον ΟΜ. Από εκεί και πέρα όμως έπρεπε να αναζητηθούν μονοπάτια που να μπορούν να συνδεθούν μεταξύ τους σε μία ενότητα, ενώ παράλληλα να μείνουν έξω από το σχεδιασμό οι κάθε λογής δρόμοι, που περιτριγυρίζουν το βουνό. Έπρεπε να βάλουμε στον αγώνα κι ένα από τα άγνωστα κομμάτια του Ολύμπου και προτιμήσαμε το νότιο, το ποίο έχει πιο ομαλό ανάγλυφο και είναι πιο εκτεταμένο σε έκταση ενώ φιλοξενεί αρκετά χιλιόμετρα μονοπατιών σε κάθε υψόμετρο και σε μια μεγάλη ποικιλία δασικής βλάστησης. Το μεγάλο ατού της διαδρομής που χαράχτηκε, είναι σίγουρα η ποικιλότητα του τοπίου αλλά και του ανάγλυφου, που κινείται σε ράχες, κορυφογραμμές, χαράδρες, αλπικά λιβάδια, βαθιές ρεματιές αλλά και πλαγιές με τεράστιο υψομετρικό ανάπτυγμα. Όσο για τη βλάστηση, υπάρχει από θαμνώδης των ημιορεινών εκτάσεων μετά την εκκίνηση, μέχρι δασώδης χαμηλού, μέσου και μεγάλου υψομέτρου, όπως και αλπική βλάστηση πάνω από το όριο της δασογραμμής, μετά τα 2200 μέτρα. Επιλέξαμε για έναν αγώνα υπεραπόστασης στον Όλυμπο, η διαδρομή του να περνά από τουλάχιστον μία κορυφή με μεγάλο υψόμετρο κι αυτή είναι το Σκολιό, με υψόμετρο 2911 μέτρα, η δεύτερη ψηλότερη κορυφή του βουνού! Το Σκολιό είναι μια απόλυτα πεζοπορική και ασφαλής τεχνικά κορυφή, προσφέρει ωστόσο τη μαγεία του ψηλού βουνού, με θέα που κόβει την ανάσα.

Επειδή πολλοί θα ήθελαν να μάθουν τη διαδρομή που σχεδιάσαμε, θα προσπαθήσω να κάνω μια πολύ συνοπτική περιγραφή της εδώ. Ξεκινώντας λοιπόν από τον αρχαιολογικό χώρο του Δίου, ακριβώς όπως ο ΟΜ ακολουθεί την ίδια διαδρομή στα πρώτα 24 χιλιόμετρα, μέχρις εκεί που τελειώνουν τα Ζωνάρια. Δηλαδή, ακολουθεί το ρέμα του Ορλιά για να φτάσει στην Πετρόστρουγκα και στη συνέχεια από τη Σκούρτα να φτάσει στο Οροπέδιο των Μουσών και περνώντας από τα Ζωνάρια, στρέφεται δεξιά κι ανηφορίζει μέσα σε 1,5 χιλιόμετρο απότομου αλλά ασφαλούς μονοπατιού 500 ολόκληρα μέτρα, με κλίσεις πάνω από 35-40 μοίρες! Περνά από Κακόσκαλα και Σκολιό (2911μ) και μπαίνει στο Μονοπάτι 02, περνώντας στη συνέχεια από την κορυφή Άγιος Αντώνης (2817μ), απ όπου κατηφορίζει στα 2400 μέσα σε μόλις 1,2 χιλιόμετρο! Στη συνέχεια και για 5Κ ακολουθώντας πάντα το Ο2, κινείται νότια σε ομαλό υψίπεδο μέχρι το διάσελο που σχηματίζουν οι κορυφές Μεταμόρφωση και Κακάβρακας. Από εκεί (Κ-35, Υψ.2500μ) κατηφορίζει σε αλπικές πλαγιές στα 1500μ, στην τοποθεσία Χαραβαλόβρυση, στο νότιο τμήμα του βουνού, στην πλευρά της Θεσσαλίας. Μετά στρέφεται ανατολικά κινούμενη χωρίς μεγάλες υψομετρικές αποκλίσεις πάνω σε δασικό δρόμο και φτάνει στην τοποθεσία Μπιχτέσι, ένα μεγάλο καλοκαιρινό βοσκοτόπι. Στο Κ-50 ξαναμπαίνει σε μονοπάτι, μέσα σε πυκνό δάσος και φτάνει στο Κάτω Πηγαδάκι (Κ-54) όπου βρίσκεται ένα μικρό καταφύγιο. Στη συνέχεια κι ενώ πλέον αρχίζει η διαδρομή να κινείται βόρεια, περνά από το Δάσος της Μάλτας για να φτάσει στην τοποθεσία Σκανδαλιάρα (Κ-62), όπου η διαδρομή πέφτει μέσα σε έναν ήσυχο δασικό δρόμο, πνιγμένο απ το δάσος. Τον ακολουθεί για 4Κ για να μπει σε ανηφορικό μονοπάτι σε υψόμετρο (το ξεκίνημα στα 800μ υψόμετρο) που οδηγεί σε 9Κ στην τοποθεσία Λιβαδάκι (Κ-75, υψομ. 2100μ). Μετά ξεκινά ένας μακρύς, επίπονος κατήφορος, στο πλέον απομονωμένο και δύσκολο τμήμα της όλης διαδρομής, για να περάσει από την τοποθεσία Μελιτζάνι, σε πλαγιές που το χειμώνα βάλλονται από χιονοστιβάδες και να φτάσει στη γνωστή τοποθεσία Πριόνια (Κ-82, υψομ.1100μ) και να μπει στη ρεματιά του Ενιπέα, από όπου με συνδυασμό των διαδρομών του ΟΜ και του Χειμωνιάτικου Ενιπέα (Μοναστήρι, Γιάννακα, Καστάνα, Πόρτες), φτάνει τελικά στο Λιτόχωρο, μετά από 100 χιλιόμετρα και 7000 μέτρα ανάβασης (τα στοιχεία είναι περίπου ακριβή και απομένει η επαλήθευσή τους). Από το σύνολο, τα 76 χιλιόμετρα είναι μονοπάτια ενώ για 21 συνεχόμενα χιλιόμετρα η διαδρομή κινείται πάνω από τα 2000μ υψόμετρο ενώ αντίστοιχα για 16 συνεχόμενα κινείται πάνω από τα 2350μ!

Από το προφίλ: για 21,5 συνεχόμενα χλμ η διαδρομή κινείται πάνω από τα 2000μ!

Όσο αφορά τα τεχνικά ποιοτικά χαρακτηριστικά της διαδρομής, είναι γνωστό το τερέν του Ολύμπου στους περισσότερους αθλητές: πετρώδες, σκληρό και τεχνικό, με εξαίρεση μικρά χορταριασμένα τμήματα στο υψίπεδο της Μπάρας, το συνδετικό κρίκο μεταξύ των δύο μεγάλων συγκροτημάτων του βουνού. Το χαρακτηριστικό αυτό εμποδίζει σε κάποιο βαθμό τον αθλητή να αναπτύξει ταχύτητα, μειώνοντας σημαντικά τον μέσο όρο κίνησής του. Αναφορικά με τα νερά, η κατάσταση είναι καλή σε τμήματα, ειδικά μεταξύ 55 και 65, όπως και μεταξύ 82 και 96. Σε γενικές γραμμές όμως ο Όλυμπος είναι ένα άνυδρο βουνό κι αυτό αποτελεί μια ακόμα δυσκολία για την εύκολη διάσχισή του.

Ο νέος αυτός αγώνας, όταν θα υλοποιηθεί, θα απευθύνεται σε έμπειρους αθλητές, γιατί μόνο ένας έμπειρος αθλητής είναι σε θέση να ξεπεράσει τον όγκο των δυσκολιών της συγκεκριμένης διαδρομής αλλά και τις υπόλοιπες, όπως τη νύχτα στην αρχή (εκκίνηση στις 12 τα μεσάνυχτα), την όχι πυκνή τροφοδοσία (περίπου κάθε 10 χιλιόμετρα), τον de facto «αναγκαστικό» εξοπλισμό (αντιμετώπιση ακραίων θερμοκρασιών, πιθανών τραυματισμών, δίψας, σκότους κλπ) αλλά και την παρατεταμένη κίνηση σε μεγάλο υψόμετρο. Τα κριτήρια συμμετοχής θα είναι κοινά για Έλληνες και ξένους αθλητές και αποτελούν μια μίξη επιδόσεων και εμπειρίας από μεγάλους αγώνες.

Χαράζοντας η μέρα στο πέρασμα για το Οροπέδιο
Μεγάλο αγκάθι στο όλο εγχείρημα, αποτελεί η έκθεση των αθλητών σε πιθανές αλλαγές του καιρού τις μεταμεσημβρινές ώρες στο τέλος Ιουνίου –ο νέος αγώνας θα διεξάγεται το ίδιο τριήμερο με τον ΟΜ αλλά όχι ταυτόχρονα. Ο λόγος που επιλέχθηκε η νυκτερινή εκκίνηση, αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στην προσπάθεια να αποφευχθεί η έκθεση των αθλητών στην πιο επικίνδυνη περιοχή, την πιο επικίνδυνη ώρα: Κ25-Κ35 μετά τις 12 το μεσημέρι. Παρά τις στοιχειώδεις προφυλάξεις πάντως, όλοι γνωρίζουμε ότι σε μεγάλα και απομονωμένα βουνά όπως ο Όλυμπος, οι αλλαγές του καιρού μπορεί να είναι ξαφνικές και βίαιες και ο καιρός την άνοιξη είναι ευμετάβλητος. Ωστόσο, επιλέξαμε σαν πιο κατάλληλη εποχή για την πραγματοποίηση του νέου αγώνα, την ίδια με τον ΟΜ, καθώς για ευνόητους λόγους δεν θα μπορούσε να γίνει ένα ή δύο μήνες μετά (λόγοι οργάνωσης, δεοντολογίας και καιρικών συνθηκών).  
      
Ξαναγυρίζοντας πίσω στην εξιστόρηση των γεγονότων, από τη στιγμή που βρέθηκα «με την πλάτη στον τοίχο», συζητώντας νωρίς την άνοιξη για τις πιθανότητες υλοποίησης μιας τέτοιας ιδέας, μπήκα μοιραία στη διαδικασία να ψάξω για τα κομμάτια του παζλ που δεν γνώριζα, ώστε να μπορέσω να τα συνδέσω και να δω από πρώτο χέρι την αισθητική αξία της δυνητικής διαδρομής. Έπρεπε να γίνει μια πρώτη αυτοψία σε μονοπάτια που κάποιοι ήδη γνώριζαν αλλά και να ψαχτούν μονοπάτια που είχαμε δει μόνο στο χάρτη. Τον Μάιο λοιπόν, τρέξαμε πάνω στο μονοπάτι που συνδέει την τοποθεσία «Σκανδαλιάρα» με το δάσος της Μάλτας και το Λεπτοκαρίτικο καταφύγιο. Ένα ακόμα κομμάτι ήταν η συνέχεια αυτό του μονοπατιού προς τα νοτιοανατολικά του βουνού, στο Μπιχτέσι. Γι αυτό το κομμάτι ήξερε να μας πληροφορήσει ο Ηλίας Παπαβασιλείου, ο άνθρωπος που εδώ και πολλά χρόνια οργώνει τον Όλυμπο, σπιθαμή προς σπιθαμή και γνωρίζει καλύτερα το βουνό ακόμα κι από τους παλιούς ντόπιους! Χρειάστηκε να ψάξουμε αλλά γρήγορα οι κόποι μας ανταμείφθηκαν κι έτσι ανακαλύψαμε το μονοπάτι που οδηγεί στο Μπιχτέσι. Ήταν τις αμέσως επόμενες ημέρες του φετινού ΟΜ, όταν με τον Τάσο Νίκα και τους Ρουμάνους αθλητές του ΟΜ, Andy Bostan και Mihai Orleanu, που «ξέμειναν» στα χαμηλά του Ολύμπου για να απολαύσουν ήλιο και θάλασσα, κάναμε το πλέον αινιγματικό τμήμα της θεωρητικής διαδρομής μας. Ήταν εκείνο που θα περνούσε την τελευταία μεγάλη δυσκολία της διαδρομής: το «Λιβαδάκι» αλλά και μια ζόρικη κατάβαση προς το Μαυρόλογγο και τα Πριόνια για να καταλήξει διαμέσου του Ενιπέα στο Λιτόχωρο. Εκείνη τη μέρα όλοι μας γεμίσαμε με πανέμορφες εικόνες από μια άγνωστη γωνιά του Ολύμπου, στο νότιο συγκρότημα του βουνού, με έντονο το στοιχείο της άγριας ορεινής παρθένας φύσης. Συμπληρώσαμε την αυτοψία μας τον Ιούλιο, όταν  μια Λιτοχωρίτικη παρέα βρεθήκαμε στο τμήμα του Ο2 από το Σκολιό ως τη Χαρβαλόβρυση. Συγκεντρώνοντας τις επιμέρους μετρήσεις, και κάποιους υπολογισμούς, φτάσαμε μια ανάσα από το «μαγικό» άθροισμα 100, γεγονός που μας γέμισε ενθουσιασμό!

Ένα ακόμα αγκάθι στην υπόθεση –πέρα από τον παράγοντα καιρό- είναι το πρώτο (ξανά)νοιγμα μονοπατιών που είχαν περιπέσει σε αχρηστία εδώ και χρόνια. Χρειάζεται πολλή δουλειά και θα ήμουν ο τελευταίος που θα συναινούσε στο να αφήσουμε τους αθλητές αντιμέτωπους με κλειστά μονοπάτια και μια αίσθηση του τύπου «χαμένοι στη ζούγκλα». Παρότι ο αγώνας αυτός θα έχει αναμφίβολα άρωμα περιπέτειας, δεν μπορεί αυτή να προέρχεται από την απώλεια της διαδρομής ή από την μάχη με κλαδιά, βράχους και πεσμένους κορμούς. Μένουν πολλά χιλιόμετρα –πάνω από 15- που χρειάζονται δουλειά. Αν αυτή η δουλειά σταθεί δυνατό να ολοκληρωθεί, τότε ένα μεγάλο εμπόδιο θα έχει ξεπεραστεί. Γνωρίζοντας από καθάρισμα μονοπατιών, μπορώ να διαβεβαιώσω τον κάθε δύσπιστο ότι ένα μέτρο κακού μονοπατιού μπορεί να σημαίνει ακόμα και μία ώρα δουλειά. Το αν θα καταφέρουμε τελικά να ανοίξουμε τα μονοπάτια, εξαρτάται από αρκετούς ανθρώπους, που θα κληθούν να προσφέρουν εθελοντικά εργασία τους επόμενους μήνες.

ΤΟ ΤΕΣΤ (Drop the bomb…) : Όπως κάθε ευσυνείδητος δημιουργός, έτσι κι εμείς νιώθαμε την ανάγκη να δοκιμάσουμε την εμπειρία αυτής της διαδρομής, με όσο πιο πραγματικές συνθήκες  γίνεται. Την περασμένη Κυριακή, στη 1 μετά τα μεσάνυχτα, παίρναμε εκκίνηση από τον αρχαιολογικό χώρο του Δίου. Επτά φίλοι, επτά φώτα, επτά πνεύματα, ξεκινούσαν στη σιωπή της νύχτας, σ ένα παράξενο έρημο σκηνικό, σαν να παίζαμε ξανά το έργο στο θέατρο χωρίς κοινό, χωρίς φώτα. Απόλυτη ερημιά, με τα τριζόνια μόνο να μας κάνουν παρέα και να μας παρακολουθούν. Γρήγορα χαθήκαμε στο πηχτό σκοτάδι έξω απ το χωριό, αφού πρώτα είχαμε καλησπερίσει 2-3 ξενύχτηδες σε ταβερνάκια, που σαστισμένοι δεν ήξεραν αν ξαναγίνεται ο ΟΜ σε νυχτερινή εκδοχή ή επτά τρελοί χτυπήθηκαν απ την καλοκαιριάτικη ζέστη και το διασκεδάζουν. Χωθήκαμε στα μονοπάτια στον Ορλιά κι η αίσθηση του νυχτερινού τρεξίματος ήταν υπέροχη. Ανηφορίζοντας με άνεση στο καλογραμμένο μονοπάτι, βλέπαμε ένα αλλόκοσμο σκηνικό που δημιουργούσαν τα φώτα από τα χωριά του κάμπου. Μοιάζαμε να αιωρούμαστε στον νυχτερινό ουρανό. Γεμίσαμε τα παγούρια μας με παγωμένο νερό στη βρύση του Ίταμου και συνεχίσαμε. Κάποιοι απ την παρέα δεν ένιωθαν αρκετά δυνατοί και αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν στην Πετρόστρουγκα. Λίγο πριν το Οροπέδιο, η μέρα έφεξε, με τις απίστευτες πορτοκαλιές αποχρώσεις στην ανατολή, αποζημιώνοντάς μας για τις 5 ώρες που χρειάστηκε να περπατήσουμε μέχρι εκεί. Στο καταφύγιο του «Κάκκαλου», ο καλός μας φίλος, ο Μιχάλης Στύλλας, μας υποδέχτηκε με ζεστά ροφήματα. Συνεχίζοντας, χαρήκαμε την παρέα από ομάδες αγριόγιδων, που έβοσκαν αμέριμνα με τα μικρά τους στον πρωινό ήλιο. Μετά τα Ζωνάρια, απολαύσαμε τον απίστευτο ανήφορο για το Σκολιό, όπου φτάσαμε στις 6.30 ώρες. Η μέρα ήταν καταπληκτική και συνεχίσαμε νότια, περνώντας πρώτα από τον Άγιο Αντώνη, όπου μας περίμενε ο Ηλίας Παπαβασιλείου με τις σχετικές πληροφορίες –όπως πάντα- για τη συνέχεια της διαδρομής μας. Μια σπουδαία κατηφόρα off-trail μας κατέβασε περίπου 500 μέτρα χαμηλότερα, στο τέλος του λιφτ του χιονοδρομικού του στρατού πάνω από τις Βρυσοπούλες και από εκεί και πάλι νότια περάσαμε όλο το υψίπεδο στις Μπάρες, για να κατέβουμε το παλιό (ενδεχομένως από την αρχαιότητα) μονοπάτι προς τη Χαρβαλόβρυση. Πρόσφατα διάβαζα για αρχαιολογικά ευρήματα στις κορυφές της Μεταμόρφωσης και του Κακάβρακα, γεγονός που με βάζει σε υποψίες ότι ουδέποτε από την αρχαιότητα, διακόπηκε η χρήση του μονοπατιού που ανέβαζε τους πιστούς μέχρις εκεί. Με την πρώτη κούραση να μας αγγίζει μετά από 10 ώρες στο βουνό, συνεχίσαμε την πορεία μας περνώντας από μια καταπληκτική βρύση στο Μπιχτέσι, όπου έγινε και η πρώτη ουσιαστική στάση τροφοδοσίας από το ξεκίνημα, 47 χιλιόμετρα και 11 ώρες νωρίτερα! Στη συνέχεια ταλαιπωρηθήκαμε στο μισόκλειστο από βλάστηση αλλά εξαντλητικά σηματοδοτημένο μονοπάτι που οδηγεί στο Κάτω Πηγαδάκι, όπου και το μικρό καταφύγιο του Ορειβατικού Συλλόγου της Λεπτοκαρυάς. Περπατώντας εκεί, προβληματίστηκα για τον όγκο της δουλειάς που χρειάζονται αυτά τα 4 χιλιόμετρα «μονοπατιού» για να γίνουν ξανά πραγματικό μονοπάτι. Η κούραση πια ήταν φανερή αλλά όχι σημαντική. Στο υπέροχο δάσος της Μάλτας, το μονοπάτι έτρεχε πλέον ανάμεσα σε οξιές και φουντωμένες φτέρες. Πιο πέρα η κατάσταση γινόταν και πάλι κακή, αφού στο παρελθόν μια πυρκαγιά έριξε καμένους κορμούς μέσα στο μονοπάτι, διακόπτοντας τη συνέχειά του. Όντας κουρασμένοι, έπρεπε να προσέχουμε πολύ για τα πατήματά μας. Λίγο πριν τις 15 ώρες φτάσαμε στη Σκανδαλιάρα (Κ-63), όπου ένας ακόμα καλός φίλος είχε ψήσει ζουμερές μπριζόλες και μας φίλεψε, όπως και δροσερό καρπούζι, που είχε κολυμπήσει νωρίτερα στα παγωμένα νερά της ρεματιάς. Εκεί σταθήκαμε για να λογαριάσουμε το χρόνο μας και διαπιστώσαμε ότι βρισκόμαστε πίσω απ τον προγραμματισμό περίπου 2 ώρες. Η φόρτιση της στιγμής, μας οδήγησε στο να εγκαταλείψουμε την υπόλοιπη προσπάθεια, αφού πρώτα φτάσαμε μέχρι το Κ-66 (Ντελή), όπου και το σημείο-κλειδί του σχεδιαζόμενου αγώνα. Από εκεί θα χρειαζόμασταν τουλάχιστον 7-8 ώρες ακόμα για τα τελευταία 30+ χιλιόμετρα, που έχουν μια ανάβαση της τάξης των 2000 μέτρων! Η ώρα ήταν 5 το απόγευμα και η ομάδα δεν είχε την απαραίτητη αποφασιστικότητα και συνοχή –όχι παράλογο μετά από τόση κούραση- για να φτάσει την προσπάθεια ως το τέλος. Έτσι, πήραμε το δρόμο της επιστροφής για το Λιτόχωρο, έχοντας αποκομίσει μια πρώτη εικόνα της κατάστασης, που δεν κρύβω ότι σε κάποιο βαθμό με αποκαρδίωσε, γνωρίζοντας ότι πρέπει να γίνει απίστευτη προσπάθεια να καθαριστούν όπως πρέπει τα μονοπάτια στο δεύτερο μισό της διαδρομής.

Μόλις χθες ολοκληρώσαμε τη διαδρομή, καταγράφοντας το τελευταίο τρίτο της, μια διαδικασία που μας γέμισε αισιοδοξία, καθώς διαπιστώσαμε ότι η διαδρομή που είχαμε χαράξει στο χάρτη μερικούς μήνες πριν έβγαινε 99 και μισό χιλιόμετρα! Εκείνο που μου προκάλεσε αίσθηση είναι το γεγονός ότι η ανάβαση εδώ ξεπέρασε κατά πολύ την πρόβλεψή μου, φτάνοντας τα 2500μ, όπως αποκαλύπτουν και τα δεδομένα της καταγραφής παρακάτω. Δυστυχώς, κυρίως από λόγους άγνοιας, έχασα τα δεδομένα της πρώτης προσπάθειας, όταν κάναμε τα πρώτα 2/3 της διαδρομής. Απομένει τώρα η συνολική διάσχιση της διαδρομής και η επανακαταγραφή της, εγχείρημα που σκοπεύω να πραγματοποιήσω τις αμέσως επόμενες μέρες, ώστε να καταλήξουμε οριστικά στα δεδομένα της. 



Η αίσθηση που μου άφησε αυτή η πρώτη απόπειρα στη διαδρομή των 100Κ και η συμπληρωματική της, είναι μάλλον θετική, τώρα που πέρασαν και οι πρώτες μέρες απ το γεγονός. Η ζυγαριά γέρνει προς την θετική πλευρά χάρη στο βάρος των συναισθημάτων –όπως πάντα εξάλλου- που δημιουργούν, η νύχτα στο ξεκίνημα, η αίσθηση της ελευθερίας και της απομόνωσης στη ραχοκοκαλιά Σκάλα-Σκολιό-Άγιος Αντώνης αλλά και στο υψίπεδο στη Μπάρα, όπως και η αίσθηση του ατελείωτου, που απ τη μια θες να φτάσει στο τέλος του αλλά καθώς ο χρόνος κυλά, μοιάζει να μην έχει τελειωμό το «μαρτύριο» και στο τέλος γίνεσαι ένα μ αυτό. Χάρηκα πολύ την αίσθηση της ορειβασίας που προσφέρει το τερέν, τους ανοιχτούς ορίζοντες στο εκτεταμένο αλπικό τμήμα και με ανακούφιση ξαναμπήκα σε δασωμένες περιοχές μετά από 30 χιλιόμετρα σε αλπικές εκτάσεις. Ως αδιάφορο, βρήκα το συνδετικό τμήμα στη νότια πλευρά της διαδρομής, από τη Χαρβαλόβρυση μέχρι το Μπιχτέσι, πλην όμως είναι και ο μοναδικός τρόπος να αποκτήσει συνέχεια αυτή η διαδρομή. Στα θετικά προσθέτω την ανάβαση στο Λιβαδάκι, στα 2/3 της διαδρομής, μια διαδρομή ξεχασμένη από τους πεζοπόρους του Ολύμπου αλλά και την κατάβαση από εκεί προς τα Πριόνια, από το Μελιτζάνι, μια περιοχή που γεμίζει δέος την ψυχή. Στα θετικά προσθέτω και το τελείωμα της διαδρομής, που αφήνει τη χαράδρα του Ενιπέα στο Μοναστήρι για να ακολουθήσει για 5 χιλιόμετρα τη διαδρομή του Χειμωνιάτικου Ενιπέα πριν ξαναβρεθεί στη χαράδρα για να ολοκληρώσει. Θα την χαρακτήριζα, σαν το «κερασάκι στην τούρτα» αυτής της διαδρομής, που όταν με το καλό θα έχουμε το προφίλ της, θα αντιληφθεί ο καθένας για το βαθμό φυσικής (καταρχήν) δυσκολίας, που δύσκολα θα μπορεί να συγκριθεί! Ήδη, από τα πρώτα στοιχεία, φαίνεται ότι ο δείκτης ανάβασης ξεπερνά μάλλον τον αριθμό 75, με 57 αντίστοιχα στο UTMB, 49 στον ROUT και 38 στο VFUT, για να αναφέρουμε και να συγκρίνουμε κάποιους συναφείς αγώνες, γνωστούς στους Έλληνες αθλητές. Αν στο δείκτη φυσικής δυσκολίας, προστεθεί κι εκείνος της τεχνικής, με το 70% των 100 χιλιομέτρων να βρίσκεται πάνω σε μονοπάτια, τα οποία κατά μείζονα λόγο είναι μέτριας βατότητας, όπως και το μέσο υψόμετρο (το 25% του συνόλου πάνω από τα 2000μ) που ξεπερνά οτιδήποτε υπάρχει αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα -και όχι μόνο σ αυτήν- τότε έχουμε ένα αποτέλεσμα εκρηκτικό! 

Ποιους μπορεί να συγκινήσει και ποιους θα αφήσει ασυγκίνητους αυτή η νέα πρόκληση? Έχω την αίσθηση ότι από το ελληνικό κοινό θα ανταποκριθούν όσοι λόγω ψυχοσύνθεσης είναι πάντα σε εγρήγορση για το επόμενο «στοίχημα», όσοι ψάχνουν την επόμενη μεγάλη πρόκληση. Νομίζω ότι είναι αρκετοί και αυτό φυσικά μένει να αποδειχτεί στο τέλος. Όμως ας μην ξεχνάμε, ότι με 85 αθλητές έγινε το 2007 ο πρώτος αγώνας 100Κ στην Ελλάδα (VFT), για να μην ξεχάσουμε τους πρώτους 115 του 2004, σε αγώνα μόλις 44Κ (ΟΜ). Πιστεύω ότι σήμερα υπάρχει μια εξαιρετικά δυναμική τάση στην Ελλάδα προς τα ultra του βουνού και προφανώς δεν είναι αναστρέψιμη –ποτέ εξάλλου στην ιστορία οι νέες τάσεις δεν ήταν αναστρέψιμες!
 
Ποιους δεν θα αφορά αυτός ο νέος αγώνας? Σίγουρα είναι επίσης πολλοί και έχουν να κάνουν με δύο υποκατηγορίες: αυτούς που απλά δεν είναι ακόμα έτοιμοι και αυτούς που δεν εντάσσουν τον εαυτό τους σε μια τόσο μεγάλη κατηγορία (για να το διασκεδάσω και λίγο, υπάρχει και μια τρίτη υποκατηγορία, όχι τόσο μεγάλη ελπίζω, αυτοί που δεν έρχονται στους αγώνες που είμαι εγώ).

Στα Ζωνάρια διάλειμμα για αλλαγή ρούχων
 Στις μεταξύ μας συζητήσεις που είχαμε το προηγούμενο διάστημα, προβληματιστήκαμε ιδιαίτερα για το πότε μπορεί να πραγματοποιηθεί αυτός ο αγώνας. Μετά από πολλές κουβέντες, καταλήξαμε ότι πρέπει να γίνει ταυτόχρονα με τον ΟΜ (φορέας διοργάνωσης θα είναι ο ίδιος και για τους δύο αγώνες), για τρεις σημαντικούς λόγους:
  1. Οργανωτικά, είναι ανέφικτο να ξαναστηθεί όλος ο μηχανισμός πάνω στο βουνό και μάλιστα λίγο μόλις χρόνο μετά την διεξαγωγή του ΟΜ
  2. Καιρικά, όσο μπαίνουμε πιο βαθιά στο καλοκαίρι, τόσο δυσκολεύουν οι συνθήκες για τους αθλητές, με τη ζέστη στα χαμηλότερα να είναι ίσως και αφόρητη
  3. Αγωνιστικά, οι περισσότεροι αθλητές είναι κουρασμένοι ένα μόλις μήνα μετά τον ΟΜ, αφού συμμετέχουν εκεί
  4. Δεοντολογικά, δεν μπορεί η διοργάνωση του ΟΜ να απλώνεται χρονικά συνεχώς, δημιουργώντας ζήτημα σε άλλες διοργανώσεις, στην ίδια ή και σε άλλες περιοχές.
Πολλοί αθλητές του ΟΜ, έθεσαν το εύλογο ερώτημα του ότι οι αθλητές θα μπουν στο δίλημμα ποιον από τους δύο αγώνες της διοργάνωσης να επιλέξουν ή ότι έτσι θα υποβαθμιστεί ο ΟΜ. Η απάντηση για μένα αλλά και για όλους νομίζω, έρχεται λογικά και αβίαστα: το ελληνικό κοινό έχει διευρυνθεί αρκετά, ώστε να μπορεί ο καθένας να τοποθετήσει εαυτόν σε μια από τις δύο κατηγορίες που θα εκφράζουν οι δύο ταυτόχρονοι αγώνες στον Όλυμπο. Είναι λάθος να πιστεύουμε ότι όλοι οι αθλητές που αγωνίζονται στο βουνό είναι φτιαγμένοι για το ίδιο πράγμα! Για λόγους φυσιολογίας αλλά και ιδεολογίας, ο καθένας μας θεωρεί ότι του ταιριάζει καλύτερα αυτό ή το άλλο, όπως εξάλλου γίνεται και σε άλλους χώρους. Αν για πολλούς λοιπόν ο ΟΜ αποτελούσε το άτυπο εθνικό πρωτάθλημα στο ελληνικό ορεινό τρέξιμο, τότε με τη δημιουργία του αγώνα των 100Κ θα μιλάμε για δύο πρωταθλήματα, αυτό των αγώνων μεσαίας κατηγορίας κι εκείνο των αγώνων μεγάλης κατηγορίας. Εμείς πιστεύουμε ότι και οι δύο αγώνες θα έχουν δυναμική. Και ο ΟΜ των 44Κ θα συνεχίσει την εξαιρετική πορεία του αλλά και ο νέος των 100Κ θα αποκτήσει απ το ξεκίνημά του κιόλας μια ισχυρή δυναμική, που θα είναι μάλιστα μεγαλύτερη ανάμεσα σε αθλητές από το εξωτερικό!

Κλείνοντας την αναφορά μου σ αυτή την καινούργια ιδέα, τις πτυχές της οποίας παρουσίασα πιο πάνω όσο αναλυτικότερα και ειλικρινέστερα μπορούσα, θα ήθελα να πω ότι ακόμα τίποτα δεν είναι οριστικό. Μένει καταρχήν μια ακόμα δοκιμή της διαδρομής, τώρα που ολοκληρώθηκε η πρώτη ανίχνευσή της. Μένει ακόμα να πιστέψουμε εμείς οι ίδιοι απόλυτα στο όραμά μας και μένει να συμφωνήσουμε ως διοργανώτρια αρχή ότι θα προσθέσουμε έναν ακόμα αγώνα στις εκδηλώσεις μας. Το σχέδιο είναι σίγουρα δύσκολο και η δουλειά ίσως να μας φέρνει στα όρια των δυνατοτήτων μας. Πολλά ερωτηματικά πρέπει να απαντηθούν και «γόρδιοι δεσμοί» να λυθούν. Θέλω να πιστεύω ότι όλες οι απαντήσεις από την πλευρά μας θα έχουν δοθεί στις επόμενες λίγες εβδομάδες κι εύχομαι το νέο στοίχημα να κερδηθεί. Εφόσον υπάρξει αίσια εξέλιξη, θα μένει να απαντηθεί και από τους αθλητές το ερώτημα «Χρειάζεται ένας αγώνας 100Κ στον Όλυμπο»? Είναι έτοιμοι για το δικό τους «Γολγοθά»?

ΥΓ. Θα επανέλθω εδώ μόλις ολοκληρώσω την αγωνιστική προσπάθεια της νέας διαδρομής, τις επόμενες -ελπίζω- ημέρες...

1 σχόλιο:

Agiofws είπε...

Λαζαρε αξιέπαινη η προσπάθεια σας για έναν ΠΟΛΥ δύσκολο αγώνα όπως καταλαβαίνω από το παραπάνω κείμενο. Ευχαριστούμε που μας δίνεις την δυνατότητα ανακαλύπτουμε καινούργια "μονοπάτια", (φυσικά και μεταφορικά) με τoν νέο αγώνα που ΙΣΩΣ υλοποιηθεί...

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Σχόλια επισκεπτών

Recent Comments Widget by Blogger Widgets